[κείμενο γραμμένο περίπου στα 20, η μισή ντροπή δική μου]
Ίσαμε τη στιγμή που η αναπνοή
τους θα ενωθεί με το ανοιξιάτικο αεράκι του επιταφίου και θα χαθεί. Με τα ακουστικά
στ’ αυτιά κατευθύνθηκε προς την πλατεία Δημοκρατίας. Βραδιά Επιταφίου στο
Αγρίνιο, Μεγάλη Παρασκευή. Από τα χρόνια που ήταν ακόμη μαθητής Γυμνασίου, η
συγκεκριμένη νύχτα του δημιουργούσε συναισθηματική ένταση. Αυτός ο συνδυασμός θρησκευτικής
μελαγχολίας και ανοιξιάτικης ερωτικής ενέργειας λειτουργούσε μέσα του με τρόπο
εξουσιαστικό. Δεν έκανε παζάρια.
Διασχίζοντας ένα από τα τελευταία
ανθισμένα στενά της πόλης αισθάνθηκε τα αρώματα να τον μεταμορφώνουν σε Ζαν-Μπατίστ
Γκρενούιγ. Έτσι μεταμορφωμένος, άφησε να περάσει μπροστά απ’τα μάτια του η
πρώτη του φοιτητική χρονιά, που πλησίαζε στο τέλος. Οι πρώτες μέρες στην Αθήνα
και η ζόρικη προσαρμογή. Η ιστορία με το Τhe League, που κατέληξε σε ανάγνωση πορνογραφημάτων και έληξε άδοξα.
Οι φοιτητικές πορείες και η αυταπάτη ενός νέου κοινωνικού κινήματος που
φουντώνει. Οι βραδιές Champions League
και τα επιφωνήματα μπρος στο «μπαλέτο των φτωχών»... Αλλιώς τα φανταζόταν τα
φοιτητικά πράγματα, αλλά κι έτσι, τελικά, δεν ήταν καθόλου άσχημα.
Έφτασε στην πλατεία, οι σχολικοί
του φίλοι ήταν ήδη εκεί. Δεν γκρίνιαξαν για το στήσιμο, τον είχαν μάθει πια. Μπήκαν
μαζί στο μπαρ και παρήγγειλαν. Διηγήθηκαν ιστορίες εσωτερικής μετανάστευσης,
θυμήθηκαν περιστατικά, σχεδίασαν ταξίδια, γέλασαν. Μέχρι το μεγάλο μπαμ. Εκεί
κόπηκαν όλα. Ο νεαρός που μπήκε ουρλιάζοντας και με το χέρι πλημμυρισμένο στο
αίμα δεν άφησε περιθώριο για τίποτε άλλο. «Αμάν με τους δυναμίτες ρε γαμώτο!»
ακούστηκε από πίσω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου