[κείμενο γραμμένο περίπου στα 20, η μισή ντροπή δική μου]
«Σε φλώρο πέσαμε
γαμώ την πουτάνα μου» μουρμούρισε και κοίταξε στον καθρέφτη πάνω από το
παρμπρίζ για να δει το πρόσωπο του οδηγού. Ήταν το δεύτερο συνεχόμενο πορτοκαλί
φανάρι που το λεωφορείο δεν περνούσε και είχε ήδη αργήσει 25 λεπτά. Δεν είχε
ντυθεί κάτι παρ’ ότι το πάρτυ ήταν μασκέ, δεν είχε καν όρεξη να πάει σ’ αυτό το
κωλοπάρτυ της σχολής. Ήταν καθ’οδόν μόνο και μόνο γιατί τον είχε πιέσει και πείσει
λίγο πιο πριν ο εαυτός του: «είσαι 18, είναι απόκριες, θα πας θες, δε θες!».
Όλα του έφταιγαν
τον τελευταίο καιρό. Όλα. Είχε συμπληρώσει τέσσερις μήνες στην Αθήνα, τέσσερις
μήνες φοιτητικής ζωής και δεν είχε συμβεί το παραμικρό από αυτά που του είχαν
υποσχεθεί. Αντί για εμπνευσμένες διαλέξεις κάτι εργασίες της συμφοράς, αντί για
έντονη ζωή σχολή-καφέ-σπίτι, αντί για σινεμά dvd, αντί για παθιασμένους έρωτες τίποτα.
Το πάρτυ ήταν το
απόλυτο φιάσκο. Χαιρέτησε και βγήκε. Περπατώντας στην αυλή με την άκρη του
ματιού του διέκρινε ένα συμφοιτητή. Δεν είχαν πει ποτέ τίποτα, αλλά καθόταν
πρώτο έδρανο ο τύπος, οπότε την είχε ‘κονομήσει τη στάμπα του σούπερ αχώνευτου.
Έπρεπε να τον αποφύγει...
- Είσαι στη σχολή, σωστά;
- Ναι, σωστά
- Σε θυμάμαι. Γιατί φεύγεις από τώρα;
- Βαρέθηκα, είμαι και λίγο πτώμα.
- Να σου πω κάτι: κι εγώ αν δεν ήταν μέσα τα παιδιά απ’το League θα είχα φύγει,
ειλικρινά.
- Από ποιό;
- Απ’το League. The League of extraordinary gentlemen. Απ’ το κόμικ του Μουρ, ξέρεις. Είμαστε
πέντε αγόρια, μες στη βδομάδα γράφουμε ιστορίες, παραμύθια για μεγάλους και τις
διαβάζουμε τις Παρασκευές αργά το βράδυ σε κάποιο σπίτι. Κάποια μέρα μπορεί να
τις στείλουμε και στην Athens Voice.
Χα χα χα. Αν ψήνεσαι πες...
- Ξέρω ‘γω
Αν μη τι άλλο ακουγόταν ενδιαφέρον.
- Πες άμα είναι...
Λες να είχε βρει τη λύση και να μην το είχε καταλάβει;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου