// του Ευγένιου Αρανίτση απόσπασμα από το άρθρο του "Για τον πονόλαιμο και την υγιεινή του στόματος" //
Κατά τα λοιπά, πίστευα ανέκαθεν ότι οι αυθεντικοί πότες έχουν καθήκον να περιφρονούν τα εύγευστα οινοπνευματώδη και να περιποιούνται την πληγή τους με τα πικρά, εκείνα που θυμίζουν το αίμα του λαγού ή του Χριστού. Ο ίδιος κανόνας εξηγεί το γιατί ο Καρούζος, όπως κι εγώ, ψήφιζε Ballantine's και όχι Dewar's ας πούμε, ούτε Bell's, ούτε Jameson, ούτε Teacher's, πολύ λιγότερο δε τα περίφημα malt, εφόσον η γεύση αυτών των τελευταίων ενέπλεκε στο παιγνίδι της απειράριθμους γευστικούς αντίλαλους, επιθετικούς ή συνωμοτικούς, με αρώματα εξωτικών φρούτων, καπνού, μπαχαρικών, δαμάσκηνων, εσπεριδοειδών, φρυγανιάς ή αλμύρας. Οπως λέει κάποιος ντετέκτιβ της συμφοράς, σε μια χολιγουντιανή ταινία, όταν ακούει να εκθειάζουν το σούσι, το παραδοσιακό γιαπωνέζικο έδεσμα (φέτες μαριναρισμένου ωμού ψαριού με κρύο ρύζι και φύκια), «Αν ήθελα να φάω υδράργυρο, θα έσπαγα ένα θερμόμετρο». Με μια φράση, το ποτό είναι ένα σύμπαν όπου η ποσότητα, περιέργως, προηγείται αξιολογικά της ποιότητας.
Ετσι, δίχως κανείς μας να απαρνιέται το κλασικό πρωτείο ονομάτων όπως το Glenfiddich ή το Macallan ή το Glenlivet στην ιεραρχία των λεγόμενων ανδρικών αξιών, χίλιες φορές καλύτερα να γιορτάζαμε τη μεγαλοπρέπεια σε πιο σεμνές δόσεις, διότι το ζεστό, φεγγαρίσιο χρώμα αυτών των υγρών δεν συνεισέφερε τίποτα στις ήδη βάναυσες εξωτερικεύσεις του ταμπεραμέντου μας και η πλεοναστική γεύση καραμέλας και ξυνόμηλου του Macallan 12 ετών ή οι ευωδιαστές υπόνοιες ανανά και δημητριακών που πυροδοτούσε το Aberfeldy δεν μας ενέπνεαν. Τι θα πρόσθετε ο εξωραϊσμός μιας φαντασίωσης που την είχαμε ήδη μεταφράσει, στην κλίμακα των ελληνικών εθίμων, με τους όρους ενός σταυρικού πεπρωμένου; Το ποτό είναι ασκητικό. Οι συνειρμοί της τύρφης και του σάπιου ξύλου από κάποιο ναυάγιο στην Καραϊβική, οι ατμοί σκουριάς που αναδύονταν απ' την γεροντική καρδιά του Talisker των 10 ετών, άφηναν τα δικά μας ψυχοσωματικά ναυάγια σε δεύτερη μοίρα. Αυτή η επικάλυψη έμοιαζε άστοχη και μας ενοχλούσε.
(..) Διαβάζω εδώ κι εκεί την καινούρια μυθολογία των ποτών και καταλαβαίνω ότι τα ποτά δεν είναι πλέον αρσενικά και θηλυκά, όπως την εποχή που οι άνθρωποι διασκέδαζαν εξερευνώντας τη σεξουαλικότητα στο βλέμμα του διπλανού, αλλά αμφίφυλα, σαν τα ρούχα. Σε μια προσπάθεια να επαναφέρω τον διαχωρισμό των δύο πόλων, δηλαδή την αντιπαράθεση που παρήγαγε τις σημασίες της γεύσης, ο νους μου επιστρέφει στο πρώτο φιλί δύο ερωτευμένων, όταν υπήρχε ακόμη ο έρωτας ως ενότητα των αντιθέτων. Θα μου άρεσε να εμφανιστεί ένας νεαρός ποιητής που θα περιέγραφε το φιλί με την κοπέλα του σαν δοκιμαστής κρασιών, π.χ. να πει: «Διατηρούσε πυκνό άρωμα βερίκοκου και λεμονιού σε συνδυασμό με νότες τσαγιού και ήταν όλο νεύρο, δροσιά, και με μια εξαίσια, ισορροπημένη εναλλαγή ποικίλων πρωτογενών γεύσεων που διαρκούσαν στον χρόνο.» Αλλα φιλιά είναι υφάλμυρα κι άλλα μυρίζουν, στην αρχή, τριαντάφυλλο και ζάχαρη άχνη, όμως καθώς εκρήγνυνται στο στόμα γίνονται ξηρά και παιχνιδιάρικα και μεταστοιχειώνονται από το νόστιμο στο γλυκόπιοτο. Ή: «Μια εύθραυστη ενορχήστρωση αρωμάτων μανταρινιού, κερασιού και κάστανου. Αφήνει μια μακρά, αργή επίγευση, κάπως νοσταλγική.»
Αυτή η παραίσθηση της αθώας, σχεδόν ρομαντικής παλινδρόμησης στις καθηλώσεις του στοματικού σταδίου, όπου το γαλλικό φιλί γίνεται θέατρο συναισθηματικών αψιμαχιών και βολιδοσκοπήσεων, εγκαινιάζεται μέσα μου αυτόματα, καθώς διαβάζω το εξής: «Φινετσάτη οσμή, που ξεκινάει από τα βότανα και εξελίσσεται σε πιο κρεμώδη αρώματα, με κυρίαρχο το μπισκότο. Στο στόμα, γίνεται σταδιακά γλυκόπικρο και με υφή σαν εκείνη του βούτυρου. Επονται συγχορδίες αχλαδιού και ροδάκινου. Στο τέλος, αφήνει μιαν ηχώ μεστή και πιπεράτη...» Και θυμάμαι το φιλί μας, πριν αμέτρητα χρόνια, με μια λιγομίλητη μελαχρινή, ξακουστή για τα υπερευλύγιστα πλοκάμια της κι εκείνη την ινδιάνικη πινελιά στις γωνίες του προσώπου, ένα φιλί που θα πρέπει να διήρκεσε όχι 45 δευτερόλεπτα, όπως ισχυρίζονται οι ειδήμονες της στατιστικής, αλλά είκοσι λεπτά. Ετσι, σπούδασα γευσιγνώστης μια κι έξω. Φιλί πλούσιο σε πρωτεΐνες, το τέλειο συμπλήρωμα διατροφής.
Οσον αφορά το κονιάκ, η απόσταξη διαρκεί λίγους μήνες μετά τον τρύγο, μέχρι τα τέλη Μαρτίου· όσον αφορά τον έρωτα, τα ίδια. Και η λεζάντα στη διαφήμιση μιας βότκας γράφει «...Η εναρκτήρια επαφή με τον ουρανίσκο αδυνατεί να αποσυμβολίσει ολόκληρη τη διαδικασία. Συγκρατεί μόνο μια γλυκιά αρχική γεύση, η οποία στη συνέχεια χάνεται. Παγωμένη αντίδραση στην αρχή, εν συνεχεία επίθεση κατά μέτωπο και ηρωική έξοδος χωρίς να παραμένει το παραμικρό στοιχείο...» Τέτοιο είναι το φιλί της γυναίκας που, αν την αγαπήσεις, δεν θα σε συγχωρήσει ποτέ.
( via )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου