// από τον Ποίηση στη σκάλα //
Παρασκευή μεσημέρι βαδίζοντας αργά προς τη στάση του λεωφορείου
Με ελαφρύ τακούνι γραφείου τζιν και απαλό μακιγιάζ
Ούτε μια σταγόνα ιδρώτα στο πρόσωπό της μόνο το καλώδιο του ipod
Κατεβαίνει απ’ το στήθος της ενώ την προσπερνούν μηχανές φορτωμένες ζευγάρια μπαγκάζια
Ανεβαίνοντας από το λιμάνι κορίτσια που αγκαλιάζουν αγόρια με τον αέρα του καραβιού
Με τον αέρα πενθήμερης απόδρασης στη Σίφνο, τη Σέριφο, τη Μήλο
Με πόδια γυμνά σημαδεμένα από αγκάθια και τους τελευταίους κόκκους της άμμου
Κι αυτή εκεί σε στάση υπομονής με πειθαρχία νεαρής υπαλλήλου
Στο ύψος του Μοσχάτου στο ύψος της ένα κι εβδομήντα πέντε
Στο σχόλασμα περιμένοντας το 049 Πειραιάς Ομόνοια.
Στο διπλανό βενζινάδικο εργάτες αλλοδαποί έστρωναν τσιμέντο το πόδι της χόρευε στο ρυθμό της μουσικής
Η ζέστη υποφερτή για όσους γύριζαν στην πόλη μετά από νησί για όσους δεν έψαχναν για δουλειά υποτροφία αμαρτία
Ήρθε το λεωφορείο της ήρθε να την πάρει για το σπίτι ώρα τέσσερις αλλά δεν φαίνεται να πεινάει να διψάει δεν δείχνει κουρασμένη
Κι είναι Παρασκευή μεσημέρι 12 Αυγούστου γιατί να μην πάει μια βόλτα στα νησιά
Κάποιος να τη γδύσει κάποιος να τη σηκώσει στα χέρια του κι αυτή να μην κοιτάει δεξιά αριστερά
Τόσο ήρεμη στα χέρια του όπως εδώ σ’ αυτό το μέρος για τροχοφόρα
Ο οδηγός φρενάρει απαλά ανοίγουν οι πόρτες δεν θα την ξαναδείς.
Στην επόμενη στάση δεκαπέντε μετανάστες καλοντυμένοι χαμόγελα στα πρόσωπά τους γυρνώντας από τη δουλειά
Στην Καλών Τεχνών άλλοι πέντε μαύροι κι έρημοι με τα λευκά τους δόντια να αψηφούν το Δεκαπενταύγουστο να μη δίνουν δεκάρα για τη Σίφνο, τη Μήλο, τη Σέριφο και το Αιγαίο του Ελύτη, χαρούμενοι κι αυτοί που έχουν ένα ρούχο να φορέσουν και την αξιοπρέπεια της επιβίβασης σε διπλό κλιματιζόμενο λεωφορείο.
Καρφωμένο φαντάζομαι το λοξό τους το βλέμμα χωρίς λαγνεία στο σταυρωμένο πόδι της κοπέλας
- -
(via)
Παρασκευή μεσημέρι βαδίζοντας αργά προς τη στάση του λεωφορείου
Με ελαφρύ τακούνι γραφείου τζιν και απαλό μακιγιάζ
Ούτε μια σταγόνα ιδρώτα στο πρόσωπό της μόνο το καλώδιο του ipod
Κατεβαίνει απ’ το στήθος της ενώ την προσπερνούν μηχανές φορτωμένες ζευγάρια μπαγκάζια
Ανεβαίνοντας από το λιμάνι κορίτσια που αγκαλιάζουν αγόρια με τον αέρα του καραβιού
Με τον αέρα πενθήμερης απόδρασης στη Σίφνο, τη Σέριφο, τη Μήλο
Με πόδια γυμνά σημαδεμένα από αγκάθια και τους τελευταίους κόκκους της άμμου
Κι αυτή εκεί σε στάση υπομονής με πειθαρχία νεαρής υπαλλήλου
Στο ύψος του Μοσχάτου στο ύψος της ένα κι εβδομήντα πέντε
Στο σχόλασμα περιμένοντας το 049 Πειραιάς Ομόνοια.
Στο διπλανό βενζινάδικο εργάτες αλλοδαποί έστρωναν τσιμέντο το πόδι της χόρευε στο ρυθμό της μουσικής
Η ζέστη υποφερτή για όσους γύριζαν στην πόλη μετά από νησί για όσους δεν έψαχναν για δουλειά υποτροφία αμαρτία
Ήρθε το λεωφορείο της ήρθε να την πάρει για το σπίτι ώρα τέσσερις αλλά δεν φαίνεται να πεινάει να διψάει δεν δείχνει κουρασμένη
Κι είναι Παρασκευή μεσημέρι 12 Αυγούστου γιατί να μην πάει μια βόλτα στα νησιά
Κάποιος να τη γδύσει κάποιος να τη σηκώσει στα χέρια του κι αυτή να μην κοιτάει δεξιά αριστερά
Τόσο ήρεμη στα χέρια του όπως εδώ σ’ αυτό το μέρος για τροχοφόρα
Ο οδηγός φρενάρει απαλά ανοίγουν οι πόρτες δεν θα την ξαναδείς.
Στην επόμενη στάση δεκαπέντε μετανάστες καλοντυμένοι χαμόγελα στα πρόσωπά τους γυρνώντας από τη δουλειά
Στην Καλών Τεχνών άλλοι πέντε μαύροι κι έρημοι με τα λευκά τους δόντια να αψηφούν το Δεκαπενταύγουστο να μη δίνουν δεκάρα για τη Σίφνο, τη Μήλο, τη Σέριφο και το Αιγαίο του Ελύτη, χαρούμενοι κι αυτοί που έχουν ένα ρούχο να φορέσουν και την αξιοπρέπεια της επιβίβασης σε διπλό κλιματιζόμενο λεωφορείο.
Καρφωμένο φαντάζομαι το λοξό τους το βλέμμα χωρίς λαγνεία στο σταυρωμένο πόδι της κοπέλας
- -
(via)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου